Persistent στα ελληνικά

Μετάφραση: persistent, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίμονος, διαρκής
Persistent στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • amnestied στα ελληνικά - αμνηστία, αμνηστευθεί, έχει αμνηστευθεί, αμνηστία τώρα, αμνηστία σε
  • bicarbonate στα ελληνικά - διττανθρακικό, όξινο ανθρακικό, όξινο, διττανθρακικού, όξινου ανθρακικού
Τυχαίες λέξεις
Persistent στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίμονος, διαρκής