Pheasant στα ελληνικά

Μετάφραση: pheasant, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φασιανός
Pheasant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • calorimetric στα ελληνικά - Θερμιδομέτρηση, θερμιδομετρικών, θερμιδομετρική, θερμιδομετρικό, θερμιδομετρικά
  • candle-power στα ελληνικά - κερί, κεριών, κεριού, κεριά, των κεριών
  • carry στα ελληνικά - κουβαλώ, μεταφέρω, μεταφέρουν, φέρουν, μεταφέρει, φέρει, ασκούν
Τυχαίες λέξεις
Pheasant στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φασιανός