Prone στα ελληνικά
Μετάφραση: prone, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρηνής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anesthetizes στα ελληνικά - αναισθητοποιεί, αναισθητοποιεί τον
- availing στα ελληνικά - Να ωφελήσει, ωφελήσει, κάνουν χρήση, που κάνουν χρήση, που ωφελεί
- bled στα ελληνικά - αφαίμαξη, αφαιμάχθηκαν, αφαιμάσσονται, σε αφαίμαξη, αιμοληψία
- brazing στα ελληνικά - χαλκοσυγκόλληση, σκληρή συγκόλληση, ετερογενούς συγκόλλησης, μπρουτζοποίησης, σκληρής συγκόλλησης
Τυχαίες λέξεις
Prone στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρηνής
Μεταφράσεις: πρηνής