Recently στα ελληνικά

Μετάφραση: recently, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρόσφατα
Recently στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abbacy στα ελληνικά - ηγουμενία, την ηγουμενία, ηγουμενεία, αξίωμα ηγουμένου, θητεία ηγουμένου
  • bullet-proof στα ελληνικά - αλεξίσφαιρα, αλεξίσφαιρο, αλεξίσφαιρων, το αλεξίσφαιρο, αλεξίσφαιρου
  • categorized στα ελληνικά - κατηγοριοποιούνται, χαρακτηριστεί, κατηγοριοποιηθεί, ταξινομηθούν, ταξινομούνται
Τυχαίες λέξεις
Recently στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρόσφατα