Repeat στα ελληνικά
Μετάφραση: repeat, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαναλαμβάνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- allegedly στα ελληνικά - φερόμενος
- cankerous στα ελληνικά - διαβρωτικός
Τυχαίες λέξεις
Repeat στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαναλαμβάνω
Μεταφράσεις: επαναλαμβάνω