Revolting στα ελληνικά

Μετάφραση: revolting, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αηδιαστικός, επαναστατικός, αποκρουστικός, απεχθής, αποκρουστικό, επαναστατούν, αντιπαθητική
Revolting στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anecdotally στα ελληνικά - ανέκδοτα, ανεκδοτολογικά, ανεπίσημα, ανεκδοτικά
  • cadre στα ελληνικά - στέλεχος στρατού, στέλεχος, στελέχη, στελεχών, μόνιμο προσωπικό
Τυχαίες λέξεις
Revolting στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αηδιαστικός, επαναστατικός, αποκρουστικός, απεχθής, αποκρουστικό, επαναστατούν, αντιπαθητική