Λέξη: δημοσιότητα
Σχετικές λέξεις: δημοσιότητα
δημοσιότητα εσπα, δημοσιότητα γεμη, δημοσιότητα και δημόσιες σχέσεις, δημοσιότητα ικε, δημοσιότητα οικονομικών καταστάσεων, δημοσιότητα πρόχειρου διαγωνισμού, δημοσιότητα ορισμός, δημοσιότητα επε, δημοσιότητα διαγωνισμών, δημοσιότητα και προβλήματα χωρικήσ ανάπτυξησ και σχεδιασμού
Συνώνυμα: δημοσιότητα
επίδειξη, λάμψη, φως, διαφήμιση, δημοσιότης
Μεταφράσεις: δημοσιότητα
δημοσιότητα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
publicity, published, public, publicized, released
δημοσιότητα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
publicidad, la publicidad, de publicidad, publicitario, publicitaria
δημοσιότητα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
werbung, Werbung, Öffentlichkeit, Publizität, Publicity, Öffentlichkeits
δημοσιότητα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
propagande, réclame, publicité, pub, la publicité, de publicité, publicitaire, une publicité
δημοσιότητα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pubblicità, la pubblicità, pubblicitario, pubblicitaria, di pubblicità
δημοσιότητα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
publicidade, de publicidade, a publicidade, divulgação, publicity
δημοσιότητα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
propaganda, openbaarheid, reclame, verspreiding, publiciteit, ruchtbaarheid, bekendheid, publicity, de publiciteit
δημοσιότητα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
огласка, реклама, известность, рекламирование, гласность, публичность, гласности, рекламный
δημοσιότητα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
reklame, publisitet, publicity, publicity Ad, publisiteten
δημοσιότητα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
publicitet, offentlighet, reklam, offentliggörande, publicity
δημοσιότητα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
julkisuus, mainonta, mainos, mainostus, julkisuutta, julkisuuden, publicity Mainosten, julkisuudesta
δημοσιότητα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
reklame, omtale, publicity, offentliggørelse, offentlighed
δημοσιότητα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
reklama, publicita, propagace, reklamní, publicity
δημοσιότητα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
rozgłos, reklama, publicity, promocja, reklamy
δημοσιότητα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
reklámozás, nyilvánosság, reklám, nyilvánosságot, nyilvánosságra, a nyilvánosság
δημοσιότητα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
reklâm, tanıtım, reklam, bir tanıtım, tanitim, tanıtımı
δημοσιότητα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гласність
δημοσιότητα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
publicitet, publiciteti, publicitetit, publicitetin, publiciteti i
δημοσιότητα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
публичност, реклама, публичността, на публичност, гласност
δημοσιότητα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
галоснасьць, галоснасць, публічнасьць, публічнасць
δημοσιότητα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
reklaam, avalikkus, avalikustamise, reklaami, avalikustamine, avalikkuse
δημοσιότητα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
razglašenost, javnost, čuvenje, publicitet, promidžba, javnosti, reklamu
δημοσιότητα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
publicity, kynningar, umfjöllun, umtal, kynning
δημοσιότητα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
reklama, viešumas, viešumo, viešumą, viešinimo
δημοσιότητα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
atklātība, publicitāte, publicitāti, publicitātes, reklāmas
δημοσιότητα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
публицитет, јавност, публицитетот, јавноста, објавување
δημοσιότητα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
publicitate, publicitatea, de publicitate, publicității, publicitare
δημοσιότητα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
reklama, oglaševanje, javnosti, obveščanje javnosti, publiciteta, obveščanje
δημοσιότητα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
reklama, publicita, publicitu, propagácia, zverejnenie, publicity
Τυχαίες λέξεις