Λέξη: μώλωπας
Σχετικές λέξεις: μώλωπας
μώλωπας αγγλικα, μώλωπας στο ματι θεραπεια, μώλωπας τι σημαινει, μώλωπας στο χερι, ο μώλωπας, μώλωπας αντιμετωπιση, ονειροκριτης μώλωπας, μώλωπας στο ματι, μώλωπας στο ποδι
Συνώνυμα: μώλωπας
ευτυχία, βουρδουλιά, ευημερία, μωλωπισμός, κτύπημα
Μεταφράσεις: μώλωπας
μώλωπας στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
bruise, weal, contusion, bruising, lesion
μώλωπας στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
cardenal, contusión, moretón, magulladura, hematoma, moretones
μώλωπας στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
quetschung, quetschen, prellung, zerstampfen, Prellung, Bluterguss, Quetschung, blauen Fleck, bruise
μώλωπας στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
ecchymose, bleu, contusionner, hématome, contusion, meurtrissure
μώλωπας στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammaccatura, contusione, livido, lividi, ecchimosi, ematoma
μώλωπας στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
contusão, equimose, machucado, hematoma, bruise
μώλωπας στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
kneuzing, blauwe plek, blauwe plekken, bloeduitstorting, bruise
μώλωπας στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
зашибиться, зашибаться, подтёк, ушибиться, ушибаться, контузия, повреждение, ушиб, подтек, кровоподтек, синяк, расшибать, гематома
μώλωπας στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kvestelse, blåmerke, blåmerker, blåmerket, knuse, skramme
μώλωπας στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
blåmärke, blåmärken, bruise, får blåmärken, blåmärket
μώλωπας στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ruhje, ruhjoa, mukiloida, mustelma, kolhu, kolhia, ruhjevamma, bruise, saada mustelmia, sinelmä
μώλωπας στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
blåt mærke, blå mærker, bruise, får blå mærker, få blå mærker
μώλωπας στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pohmožděnina, podlitina, modřina, pohmoždit, modřinu, modřiny
μώλωπας στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
posiniaczyć, stłuczenie, potłuc, potłuczenie, obijać, zadraśnięcie, siniec, obicie, sinieć, obtłuczenie, kontuzjować, odgnieść, siniak, śrutować, zaciek, guz, bruise
μώλωπας στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
horzsolás, zúzódás, véraláfutás, véraláfutása, zúzódást
μώλωπας στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çürük, yara, bere, ezik, berelemek
μώλωπας στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
синець, синяк, синця
μώλωπας στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
blanë, vras, mavijosur, mbretje, plagosësh
μώλωπας στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
уших, натъртване, синина, охлузване, на синини, получавате синини
μώλωπας στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блакiтны, сіняк, чарняк
μώλωπας στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
muljumishaav, sinikas, salvad, verevalumitaoline, veritsuste tekkeks, muljumise tekkele
μώλωπας στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
modrica, izubijati, povreda, masnica, modricu, modrice, vrebati
μώλωπας στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
marbletti, mar
μώλωπας στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mėlynė, sumušimas, gauti mėlynę, krušti, sudaužymas
μώλωπας στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
sasitums, zilums, zilumi, rodas zilumi, zilumu veidošanos
μώλωπας στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
модринка, модрица, модрина, гребнатинка, модринката
μώλωπας στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vânătaie, zdrobi, vânătăi, vanataie, echimoze
μώλωπας στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
modrina, modrico, modrica, modrice, podplutbe, podplutba
μώλωπας στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
modrina, podliatiny, podliatina, bodkovité krvácanie, krvná podliatina