Simultaneous στα ελληνικά

Μετάφραση: simultaneous, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταυτόχρονος, ταυτόχρονη, ταυτόχρονης, ταυτόχρονα, ταυτόχρονες
Simultaneous στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • anglicanism στα ελληνικά - Αγγλικανισμό, Αγγλικανισμού, Anglicanism, Αγγλικανισμός, ο Αγγλικανισμός
  • blend στα ελληνικά - αναμιγνύω
Τυχαίες λέξεις
Simultaneous στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταυτόχρονος, ταυτόχρονη, ταυτόχρονης, ταυτόχρονα, ταυτόχρονες