Sterilise στα ελληνικά

Μετάφραση: sterilise, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποστειρώνω, αποστειρώσει, αποστειρώνουν, την αποστείρωση, αποστειρώνετε, αποστειρώστε
Sterilise στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abortiveness στα ελληνικά - εκτρωματικότητα
  • adjectival στα ελληνικά - επιθετικός
  • attar στα ελληνικά - ροδέλαιο, Attar, Αττάρ, Ατάρ
  • calendula στα ελληνικά - καλέντουλα, καλέντουλας, καλεντούλα, η καλέντουλα
Τυχαίες λέξεις
Sterilise στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποστειρώνω, αποστειρώσει, αποστειρώνουν, την αποστείρωση, αποστειρώνετε, αποστειρώστε