Λέξη: πρόκα

Σχετικές λέξεις: πρόκα

βιτάλι πρόκα, πρόκα fm, ράδιο πρόκα, πρόκα 93.4 live, πρόκα 93.4

Συνώνυμα: πρόκα

καρφί, νύχι, ήλος

Μεταφράσεις: πρόκα

πρόκα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
nail, prefab

πρόκα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
clavar, clavo, uña, uñas, de uñas, del clavo

πρόκα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlagen, nagel, festnehmen, festnageln, annageln, hauen, verhaften, nageln, Nagel, Nagels, nail

πρόκα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
clou, ongle, clouer, saisir, enclouer, empoigner, river, fixer, caboche, attraper, appréhender, griffe, ongles, vernis, vernis à

πρόκα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
inchiodare, chiodo, unghia, unghie, del chiodo, nail

πρόκα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
prego, unha, cravar, mito, cravo, pregar, do prego, ungueal, de prego

πρόκα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
spijkeren, nagel, nagelen, draadnagel, spijker, nail, namen, nagels

πρόκα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
переколачивать, забивать, прибивать, забить, приколотить, коготь, заколачивать, гвоздь, переколотить, ноготь, вколачивать, приколачивать, ногтей, ногтя, лак для

πρόκα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
negl, nagle, spiker, spikre, Nail, spikeren, Neglelakk

πρόκα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
nagel, spik, spiken, nageln, nail

πρόκα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sormenkynsi, pidättää, naulata, naulita, naula, kynsi, kynsien, nail, naulan, kynnen

πρόκα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nagle, søm, negl, nail, negle, neglen

πρόκα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
stanovit, nehet, přibít, určit, hřeb, čapnout, upevnit, přitlouci, hřebík, zatknout, zadržet, upřít, nehtů, nail, nehtu, na nehty

πρόκα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przygwoździć, paznokieć, przybić, pazur, gwóźdź, przykuć, przybijać, gwoździowanie, złapać, ćwiek, paznokci, nail, do paznokci

πρόκα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
köröm, nail, szeg, szög, szöget

πρόκα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çivi, mıh, tırnak, nail, tirnak

πρόκα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кіготь, забивати, забити, ніготь, пазур, цвях, гвіздок, цвяха

πρόκα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
thonj, gozhdë, thonjsh, thonjve, e thonjve, gozhdë e

πρόκα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
гвоздей, нокът, ноктите, нокти, пирон

πρόκα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
гвоздь, ногаць, цвік, цьвік

πρόκα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
naelutama, küüs, nael, küünte, nail, naela

πρόκα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
uhvatiti, čavao, zadržati, nokat, privući, kandža, noktiju, nokte, za nokte

πρόκα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nagli, nagla, nöglum, nöglin, neglurnar

πρόκα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
clavus

πρόκα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vinis, nagas, nagų, Nail, nagai, nago

πρόκα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
nagla, nags, nagu, nail, naglu, naga

πρόκα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клинецот, ноктите, шајка, нокти, ноктот, помине

πρόκα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cui, unghie, unghii, unghiilor, de unghii, nail

πρόκα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
žebelj, noht, nail, nohtov, nohte, za nohte

πρόκα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nehe, cvok, nech, klinec, nechty, nechtov
Τυχαίες λέξεις