Stopper στα ελληνικά

Μετάφραση: stopper, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βύσμα, πώμα, πώματος, αναστολέα, πώμα από, αναστολέας
Stopper στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alsatian στα ελληνικά - Αλσατίας, της Αλσατίας, αλσατική, αλσατικό, αλσατικά
  • cares στα ελληνικά - νοιάζεται, έγνοιες, μέριμνες, φροντίδες, προσοχές
  • catholicism στα ελληνικά - καθολικισμός, καθολικισμού, καθολικισμό, τον καθολικισμό
Τυχαίες λέξεις
Stopper στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βύσμα, πώμα, πώματος, αναστολέα, πώμα από, αναστολέας