Λέξη: βρομώ
Μεταφράσεις: βρομώ
βρομώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
stink, oats, niff, dirt, bromo, dirty
βρομώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
apestar, hedor, hediondez, heder, avena, la avena, de avena, avenas
βρομώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
mief, stinken, gestank, Hafer, Haferflocken, oats
βρομώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
radin*, chiche, cocoter, puanteur, pingre, relent, grippe-sou, puer, parcimonieux, l'avoine, avoine, d'avoine, de l'avoine
βρομώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fetore, puzzo, puzzare, lezzo, avena, l'avena, di avena, dell'avena, avena di
βρομώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tresandar, fedor, incentivar, estimular, estimule, aveia, a aveia, de aveia, da aveia
βρομώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stank, stinken, haver, van haver
βρομώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
вонь, смрад, смердеть, вонища, навонять, зловоние, овес, овса, овёс, овсы
βρομώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stank, stinke, havre, havregryn, havren
βρομώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
stinka, stank, havre, havre som, havren, oats
βρομώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haju, löyhkätä, löyhkä, lemu, kaura, kauran, kauraa, kaurasta, kauratärkkelykselle
βρομώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
stank, havre, gryn
βρομώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
smrdět, páchnout, oves, ovsa, oats, ovsu, oves setý
βρομώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
śmierdzieć, smród, smrodzić, capieć, cuchnąć, owies, owsa, oats, owies zwyczajny
βρομώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zab, zabot, a zab, zabból, zabban
βρομώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yulaf, yulafta, oats
βρομώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сморід, овес
βρομώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
oats, tërshëra, kënaqur, të kënaqur, tërshërë
βρομώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
овес, овеса, овесени ядки, овесени
βρομώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
авёс
βρομώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
haisema, hais, kaer, kaera, kaeratärklise, kaerast, kaeratärklise puhul
βρομώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zaudarati, smradu, smrdjeti, smrad, zob, zobi, ovas, zob je
βρομώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hafrar, höfrum, hafra
βρομώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
smarvė, dvokas, tvaikas, avižos, avižų, avižas, avižose
βρομώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
smirdoņa, auzas, auzu, auzām, pārslas
βρομώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
овес, овесот, зоб, засадена, пченицата
βρομώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
duhoare, ovăz, ovaz, ovăzul, de ovăz, ovăzului
βρομώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
oves, ovsa, ovsu
βρομώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ovos, ovsa
Τυχαίες λέξεις