Strengthen στα ελληνικά

Μετάφραση: strengthen, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενισχύω, ενδυναμώνω, εμπεδώνω, καρδαμώνω
Strengthen στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • baring στα ελληνικά - προτεταμένα, προτεταμένα τα, είναι προτεταμένα τα, νέας φιάλης που φέρουν
  • battlements στα ελληνικά - επάλξεις, πολεμίστρες, προμαχώνες, επάλξεων
Τυχαίες λέξεις
Strengthen στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενισχύω, ενδυναμώνω, εμπεδώνω, καρδαμώνω