Λέξη: ταξίδι
Σχετικές λέξεις: ταξίδι
ταξίδι στο χρόνο, ταξίδι στη βροχή κιθαρα, ταξίδι στο κέντρο της γης, ταξίδι στη βροχή στίχοι, ταξίδι στη μυτιλήνη, ταξίδι στη ρώμη, ταξίδι στη χώρα των θαυμάτων, ταξίδι στα κύθηρα, ταξίδι στην άκρη της νύχτας, ταξίδι στο λονδίνο, το ταξίδι, ταξίδι στη βροχή, καλό ταξίδι, κωνσταντινούπολη ταξίδι
Συνώνυμα: ταξίδι
περιήγηση, περιοδεία, εκδρομή, γύρος, διαδρομή, παραπάτημα, ταξίδιο, αδοιπορία
Μεταφράσεις: ταξίδι
ταξίδι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
journey, tour, trip, travel, voyage
ταξίδι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
trayecto, viajar, vuelta, viaje, gira, recorrido, caminar, viaje de, de viaje, viajes
ταξίδι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
umlauf, arbeitsschicht, fahrt, reise, tournee, tour, anreise, rundgang, anfahrtsweg, anfahrt, Fahrt, Reise, Ausflug, Trip
ταξίδι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
chemin, tour, voyage, voyager, course, route, tournée, déplacement, trajet, périple, excursion, visite, voie, parcours, circuit, séjour, voyage à
ταξίδι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
giro, viaggio, viaggio a, viaggio di, gita, viaggi
ταξίδι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
viagem, jornalista, viajar, toque, excursão, viagem de, desengate, viagem ao, visita
ταξίδι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
reis, trip, rondreis, toer, tocht, tournee, uitstapje, verblijf
ταξίδι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
странствие, поездка, круг, гастроль, вояж, поход, разъезд, путешествие, гастролировать, переезд, экскурсия, тур, турне, проезд, поездки, поездку, командировка
ταξίδι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tur, reise, ferd, turné, turen, reise til
ταξίδι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
resa, färd, resan, resa till, tur
ταξίδι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kulkea, matkustaa, reissu, reissata, taival, matkata, kulku, kiertoajelu, matka, matkailla, taivaltaa, matkallesi, matkan, kokonaisuutena, matkaa
ταξίδι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tur, rejse, turen, trip, rejsen
ταξίδι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
navštívit, exkurze, zájezd, turné, cestovat, cesta, prohlídka, jízda, výlet, si výlet, vypnutí
ταξίδι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kolejność, objeżdżać, zwiedzać, zwiedzanie, podróż, objazd, tura, droga, podróżować, przejażdżka, wycieczka, przesunięcie, jeździć, jazda, wędrówka, wyjazd, przelot, podróży
ταξίδι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
turné, körséta, vendégszereplés, utazás, út, kirándulás, utazást, utazását
ταξίδι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
seyahat, turne, yolculuk, gezi, gezisi, trip
ταξίδι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
круг, коло, мандрівка, тур, екскурсія, журнали, поїздка, подорож, поездка, виїхати
ταξίδι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
udhëtim, Udhëtimi, udhëtimin, udhëtimit, udhëtim të
ταξίδι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
турне, пътешествие, пътуване, екскурзия, пътуването, имот, на имот
ταξίδι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
паездка, шукаю, паехаць
ταξίδι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
seiklema, reis, turnee, huvireis, ringkäik, reisima, reisi, reisi ajal kehtib, trip, sõit
ταξίδι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
putovanja, vožnja, putovanje, put, red, proputovati, izlet, putovati, Trip
ταξίδι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
ferðalag, för, ferð, Ferðin, með Tegund, Tegund
ταξίδι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kelionė, Kelionės, kelionę, trip, reisas
ταξίδι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
brauciens, ceļojums, braucienu, trip, reiss
ταξίδι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
патување, патувањето, посета, посетата, пат
ταξίδι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
voiaj, drum, călătorie, excursie, călătoria, unic, calatoriei
ταξίδι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
turné, cesta, túra, izlet, potovanje, Potovalni, Trip, Putni
ταξίδι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
turné, túra, cestová, cesta, výlet