Superior στα ελληνικά

Μετάφραση: superior, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανώτερος, ανώτερη, ανώτερο, ανώτερες
Superior στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • adherent στα ελληνικά - οπαδός, προσκολλημένα, προσκολλητικά, προσκολλημένη, προσφυόμενων
  • adhesion στα ελληνικά - προσκόλληση
  • apprenticing στα ελληνικά - μαθητεύει
  • candidate στα ελληνικά - υποψήφιος, υποψήφιες, υποψήφια, υποψήφιων, υποψήφιο
Τυχαίες λέξεις
Superior στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανώτερος, ανώτερη, ανώτερο, ανώτερες