Travel στα ελληνικά
Μετάφραση: travel, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταξιδεύω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accustoming στα ελληνικά - εξοικειωθούν οι, να εξοικειωθούν οι, εθισ, εθισ ό
- arty στα ελληνικά - καλλιτεχνικό, καλλιτεχνικές, καλλιτεχνικά, καλλιτεχνίζοντα
- balancing στα ελληνικά - εξισορρόπηση, εξισορρόπησης, στάθμιση, ζυγοστάθμισης, την εξισορρόπηση
- beef στα ελληνικά - βοδινό κρέας, βοδινό, βοείου κρέατος, βόειο κρέας, του βοείου
Τυχαίες λέξεις
Travel στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταξιδεύω
Μεταφράσεις: ταξιδεύω