Λέξη: ακροβάτης

Σχετικές λέξεις: ακροβάτης

ακροβάτης στίχοι, ακροβάτης χαίνηδες, ακροβάτης blogspot, ακροβάτης πασχαλίδης, ακροβάτης του ονείρου, ακροβάτης δόλωμα, ακροβάτησ βόλοσ, ακροβάτης ψαρών, ακροβάτης χαρούλης, ακροβάτης μεταξουργείο

Συνώνυμα: ακροβάτης

ποτήρι, ποτήριο, καταπίπτων, στρεβλωτής

Μεταφράσεις: ακροβάτης

ακροβάτης στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
acrobat, contortionist, tumbler, aerialist, an acrobat

ακροβάτης στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
acróbata, Acrobat, de Acrobat, acrobata, acróbata de

ακροβάτης στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
akrobat, Akrobat, acrobat, Akrobaten, Seiltänzer

ακροβάτης στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
acrobate, saltimbanque, Acrobat, d'Acrobat, acrobates

ακροβάτης στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
acrobata, Acrobat, di Acrobat, saltimbanco, equilibrista

ακροβάτης στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
acrobata, Acrobat, o Acrobat, do Acrobat, acrobata de

ακροβάτης στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
acrobaat, kunstenmaker, Acrobat, van Acrobat, acrobate

ακροβάτης στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
циркач, фигляр, акробат, Acrobat, акробатом, акробата

ακροβάτης στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
acrobat, akrobat, akrobaten

ακροβάτης στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
akrobat, acrobat, acrobat för, akrobaten

ακροβάτης στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
akrobaatti, acrobat, Acrobatin, Acrobatissa

ακροβάτης στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
akrobat, Acrobat, akrobaten, af Acrobat

ακροβάτης στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
provazolezec, akrobat, Acrobat, akrobatka, akrobatem, aplikace Acrobat

ακροβάτης στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
linoskoczek, akrobata, acrobat, program Acrobat, programu Acrobat, akrobatka

ακροβάτης στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
akrobata, Acrobat, az Acrobat, artista, Acrobat programban

ακροβάτης στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
akrobat, acrobat, bir akrobat, cambaz

ακροβάτης στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
акробат

ακροβάτης στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
akrobat, acrobat, pehlivan

ακροβάτης στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
акробат, Acrobat, на Acrobat, напряко

ακροβάτης στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
акрабат, акробат

ακροβάτης στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
akrobaat, Acrobat, Acrobati, acrobafi, akrobaadi

ακροβάτης στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
akrobat, akrobata, Acrobat, plesač na užetu, pelivan

ακροβάτης στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
acrobat, á Acrobat

ακροβάτης στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
akrobatas, Acrobat

ακροβάτης στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
akrobāts, Acrobat, programma Acrobat

ακροβάτης στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
акробат, акробатот, Acrobat, акробатски, акробатска

ακροβάτης στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
acrobat, acrobata, acrobatul, acrobată, echilibrist

ακροβάτης στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
akrobat, acrobat, program Acrobat, akrobata, programa Acrobat

ακροβάτης στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
akrobat

Στατιστικά δημοτικότητας: ακροβάτης

Τυχαίες λέξεις