Undo στα ελληνικά
Μετάφραση: undo, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεκουμπώνω, αναιρέσετε, αναίρεση, να αναιρέσετε, ξεβιδώστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- accumulating στα ελληνικά - συσσώρευση, συσσώρευσης, τη συσσώρευση, συσσωρεύονται, συσσωρεύεται
- acquainting στα ελληνικά - εξοικείωση, γνωριμία, εξοικείωσης, λάβει γνώση, εξοικείωση των
- bell-foundry στα ελληνικά - καμπάνα, καμπάνας, κώδωνα, κουδουνιού
- breadcrumb στα ελληνικά - τριμμένη φρυγανιά, ψίχουλο, τριμμένης φρυγανιάς, τριμμένων φρυγανιών
Τυχαίες λέξεις
Undo στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεκουμπώνω, αναιρέσετε, αναίρεση, να αναιρέσετε, ξεβιδώστε
Μεταφράσεις: ξεκουμπώνω, αναιρέσετε, αναίρεση, να αναιρέσετε, ξεβιδώστε