Verify στα ελληνικά

Μετάφραση: verify, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαληθεύω, επαλήθευση, επαληθεύει, επαληθεύουν, επαληθεύσει, ελέγξει
Verify στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abuse στα ελληνικά - κατάχρηση, καταχρώμαι, λοιδορία, βρίζω
  • beech στα ελληνικά - οξιά, οξιάς, οξυάς, οξιές, οξυά
  • captivities στα ελληνικά - αιχμαλωσίες, ομηρίες
Τυχαίες λέξεις
Verify στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαληθεύω, επαλήθευση, επαληθεύει, επαληθεύουν, επαληθεύσει, ελέγξει