Λέξη: ακαθαρσία

Συνώνυμα: ακαθαρσία

βρωμιά, χώμα, σκόνη, βρώμα, ρύπος, έδαφος, λέρα, βωμολοχία, χυδαιολογία, κόπρος, ελεεινότητα, φθειρίαση, ελεεινότης

Μεταφράσεις: ακαθαρσία

ακαθαρσία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
impurity, dirt, filth, soil, an impurity

ακαθαρσία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
impureza, impurezas, la impureza, de impurezas, impureza de

ακαθαρσία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verunreinigung, unreinheit, störstelle, Verunreinigung, Unreinheit, Verunreinigungs, Verunreinigungen

ακαθαρσία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
immondice, impureté, souillure, saleté, impuretés, l'impureté, d'impureté, d'impuretés

ακαθαρσία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
impurità, impurezza, di impurità, impurezze, l'impurità

ακαθαρσία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
impureza, impurezas, de impurezas, de impureza, a impureza

ακαθαρσία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
onzuiverheid, verontreiniging, onzuiverheden, onreinheid, verontreinigingen

ακαθαρσία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
засорение, грязь, примесь, загрязнение, примеси, примесей, примесный, примесной

ακαθαρσία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
urenhet, forurensning, urenheter, impurity, urenheten

ακαθαρσία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
orenhet, förorening, förorenings, föroreningen, orenheter

ακαθαρσία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
saasta, moska, epäpuhtaus, epäpuhtauksien, epäpuhtautena, epäpuhtauden, epäpuhtaudeksi

ακαθαρσία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
urenhed, urenheder, urenheden

ακαθαρσία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
špinavost, nečistota, nečistoty, nečistotu, nečistotou

ακαθαρσία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
domieszka, nieczystość, zanieczyszczenie, zanieczyszczeń, zanieczyszczenia, zanieczyszczeniem

ακαθαρσία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tisztátalanság, tisztátlanság, szennyező, szennyeződés, szennyezőt

ακαθαρσία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kirlilik, safsızlık, yabancı madde, impürite, pislik

ακαθαρσία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
негомогенний, брудний, нечистий, неоднорідний, домішка, домішки, домішку, домішок

ακαθαρσία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
papastërti, papastërtia, ndotje, papastërtia e, papasterti

ακαθαρσία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
примес, онечистване, нечистота, онечиствания

ακαθαρσία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прымешка, дамесак, прымешку, дамешку, прымесь

ακαθαρσία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
rikutus, lisand, lisandi, lisandina, lisandiks, ebapuhtusena

ακαθαρσία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
blud, nečistoća, nečistoće, nečistoću, onečišćenje, primjesa

ακαθαρσία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
óhreinindum, óhreinindi, óhreinleiki, óhreinindin, óhreininda

ακαθαρσία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priemaiša, priemaišas, priemaišų, priemaišos

ακαθαρσία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
piemaisījums, piemaisījumu, piemaisījumi, piemaisījuma, nešķīstība

ακαθαρσία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нечистотија, нечистота, нечистотии, нечистотата

ακαθαρσία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
impuritate, impurități, de impurități, impuritatea, necurăție

ακαθαρσία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
nečistočo, nečistoča, nečistoče, nečistost, nečistota

ακαθαρσία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
nečistota, nečistoty, špina, nečistotou, nečistotu
Τυχαίες λέξεις