Wail στα ελληνικά
Μετάφραση: wail, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στριγγλίζω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- altruist στα ελληνικά - αλτρουιστής
- blames στα ελληνικά - κατηγορεί, κατηγορεί την, κατηγορεί τον, κατηγορεί τη, κατηγορεί τους
- brocaded στα ελληνικά - χρυσοποίκιλτα, χρυσοκεντημένων, είδη χρυσοκεντημένων
Τυχαίες λέξεις
Wail στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στριγγλίζω
Μεταφράσεις: στριγγλίζω