Walnut στα ελληνικά

Μετάφραση: walnut, Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
αγγλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καρύδι
Walnut στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abstained στα ελληνικά - απείχαν, αποχή, απείχε, απείχα, απείχαμε
  • barmaids στα ελληνικά - μπαργούμαν, σερβιτόρες, μπαργούμαν των
  • camp-bed στα ελληνικά - στρατόπεδο, κατασκήνωση, στρατοπέδου, καταυλισμό, το στρατόπεδο
Τυχαίες λέξεις
Walnut στα ελληνικά - Λεξικό: αγγλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καρύδι