Gur στα ελληνικά
Μετάφραση: gur, Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
αλβανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις
- guaskë στα ελληνικά - οβίδα, καβούκι, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
- gumëzhin στα ελληνικά - βουίζω, βουητό, Hum, βόμβου, βόμβο, βόμβος
- gurrë στα ελληνικά - πηγή, βρύση, σύνθετους όρους, τους σύνθετους όρους, για τους σύνθετους όρους
- gushë στα ελληνικά - πηγούνι, Gill, απλάδια, απλαδιών, βραγχίων, των βραγχίων
Τυχαίες λέξεις
Gur στα ελληνικά - Λεξικό: αλβανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη
Μεταφράσεις: λιθοβολώ, πετροβολώ, πέτρα, πέτρινο, πέτρινα, πέτρας, πέτρινη