Бунт στα ελληνικά
Μετάφραση: бунт, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληθώρα, ταραχή, όργιο, ανταρσία, επανάσταση, εξέγερση, εξέγερσης, επανάστασης
Μεταφράσεις
- бумеранг στα ελληνικά - μπούμερανγκ, boomerang, μπούμεραγκ, το μπούμερανγκ
- бункер στα ελληνικά - κάδος, ανθρακαποθήκη, καυσίμων, αποθήκη, καταφύγιο, στη δεξαμενή
- бунтарския στα ελληνικά - στασιαστικός, ανυπότακτος, επαναστατική, επαναστατικές, επαναστατικός
- буря στα ελληνικά - θύελλα, τρικυμία, καταιγίδα, καταιγίδας, θύελλας, τη θύελλα
Τυχαίες λέξεις
Бунт στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληθώρα, ταραχή, όργιο, ανταρσία, επανάσταση, εξέγερση, εξέγερσης, επανάστασης
Μεταφράσεις: πληθώρα, ταραχή, όργιο, ανταρσία, επανάσταση, εξέγερση, εξέγερσης, επανάστασης