Λέξη: άσχημα
Σχετικές λέξεις: άσχημα
άσχημα τα νέα της υγείας του σ. μπουλά, άσχημα τα νέα για τον τόμας πρωτόπαπα, άσχημα γράμματα, άσχημα τα νέα για τους φαντάρους, άσχημα σκυλιά, άσχημα νέα για το greekstars, άσχημα όνειρα, άσχημα δόντια, άσχημα ζώα, άσχημα μωρά
Συνώνυμα: άσχημα
άπρεπα
Μεταφράσεις: άσχημα
άσχημα στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
badly, bad, poorly, ugly, gone
άσχημα στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
mal, malo, mala, malas, malos
άσχημα στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
schlecht, dringend, schlimm, böse, schlechter, schlechte
άσχημα στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
fort, mal, méchamment, vivement, mauvais, grièvement, vigoureusement, mauvaise, mauvaises, la mauvaise
άσχημα στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
male, cattivo, brutto, cattiva, brutta
άσχημα στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
mal, ruim, mau, má, bad
άσχημα στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slecht, slechte, bad, erg, kwaad
άσχημα στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
недостойно, нехорошо, дурно, болезненно, сильно, неладно, неблагополучно, скверно, непутем, плохо, плохой, плохая, плохое, плохие
άσχημα στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dårlig, Bad, ille, dårlige, dårlig Ikke
άσχημα στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
illa, Bad, dålig, dåligt, dåliga
άσχημα στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tuhmasti, pahasti, vakavasti, epäedullisesti, huono, viallinen, huonoja, paha, huonon
άσχημα στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ilde, dårlig, dårlige, dårligt, en dårlig, slemt
άσχημα στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
silně, zle, špatně, špatný, špatné, vadné, špatná
άσχημα στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
marnie, dotkliwie, kiepsko, źle, paskudnie, bardzo, silnie, intensywnie, niepomyślnie, zły, kiepski, złe, zła
άσχημα στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
rossz, a rossz, rosszul, gonosz
άσχημα στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kötü, kötü bir, bad, fena, bozuk
άσχημα στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
погано, недобре, кепсько, зле, негарно, негаразд, поганий, поганої, поганою, погану, поганій
άσχημα στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
keq, e keqe, i keq, keqe, këqija
άσχημα στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
лошо, лош, лоша, грешно, лоши
άσχημα στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блага, благi, дрэнны, дрэннай, дрэннага, кепскі, кепскай
άσχημα στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kehvasti, väga, viletsalt, halb, halva, halvad, halba, halbade
άσχημα στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jako, veoma, zlo, opasno, strašno, loše, loš, loša
άσχημα στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
illa, illt, slæmt, slæmur, slæm, slæma
άσχημα στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
male
άσχημα στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
blogas, blogai, bloga, blogą
άσχημα στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
slikts, slikti, slikta, sliktu
άσχημα στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лош, лоша, лошо, лоши, лошите
άσχημα στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rău, rau, rea, proastă, de rău
άσχημα στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zle, slabo, slaba, slab, smola, slabe
άσχημα στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zle, chorý, zlý, nesprávny, zlé
Στατιστικά δημοτικότητας: άσχημα
Τυχαίες λέξεις