Екватор στα ελληνικά
Μετάφραση: екватор, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- езикознание στα ελληνικά - γλωσσολογία, Γλωσσολογίας, τη γλωσσολογία, η γλωσσολογία, της γλωσσολογίας
- езичество στα ελληνικά - παγανισμού, παγανισμός, ειδωλολατρεία, παγανισμό, του παγανισμού
- еклектика στα ελληνικά - ελεκτικότητα, εκλεκτισμός, εκλεκτικισμού, εκλεκτικισμό, εκλεκτικισμός
- еклиптика στα ελληνικά - εκλειπτική, εκλειπτικής, ecliptic, εκλειπτικός, της εκλειπτικής
Τυχαίες λέξεις
Екватор στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
Μεταφράσεις: ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό