Епископ στα ελληνικά
Μετάφραση: епископ, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- епидемия στα ελληνικά - πανδημία, επιδημία, επιδημίας, επιδημία του, επιδημίας του, επιδημία της
- епизод στα ελληνικά - επεισόδιο, επεισοδίου, το επεισόδιο, επεισοδίων, του επεισοδίου
- епископство στα ελληνικά - επισκοπή, επισκοπής, επισκοπική, έδρα επισκοπής, επισκοπικές
- епицентър στα ελληνικά - επίκεντρο, το επίκεντρο, επικέντρου, επίκεντρό, επίκεντρου
Τυχαίες λέξεις
Епископ στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος
Μεταφράσεις: επίσκοπος, Bishop, Επισκόπου, Επίσκοπο, ο Επίσκοπος