Икономика στα ελληνικά
Μετάφραση: икономика, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικονομολογία, οικονομική, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- иконоборство στα ελληνικά - εικονομαχίας, Εικονομαχία, της εικονομαχίας, την Εικονομαχία, εικονοκλασίας
- иконография στα ελληνικά - εικονογραφία, εικονογραφίας, αγιογραφία, αγιογραφίας, την εικονογραφία
- икономия στα ελληνικά - οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας
- или στα ελληνικά - ή, και, ή να, είτε, ή την
Τυχαίες λέξεις
Икономика στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικονομολογία, οικονομική, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας
Μεταφράσεις: οικονομολογία, οικονομική, οικονομία, οικονομίας, οικονομία της, οικονομίας της, της οικονομίας