Λέξη: αποπληθωρισμός

Σχετικές λέξεις: αποπληθωρισμός

αποπληθωρισμός στην ελλάδα, αποπληθωρισμός ορισμός βικιπαιδεια, αποπληθωρισμός wikipedia, αποπληθωρισμός αντιπληθωρισμός, αποπληθωρισμός ορισμός, αποπληθωρισμός ελλάδα, αποπληθωρισμός τιμών, αποπληθωρισμός συνεπειες, αποπληθωρισμός εννοια, αποπληθωρισμός ιαπωνια

Μεταφράσεις: αποπληθωρισμός

αποπληθωρισμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
deflation, deflate, disinflation, deflation is, deflating

αποπληθωρισμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
deflación, la deflación, Desinflado, una deflación, deflación de

αποπληθωρισμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
deflation, luftverlust, entleerung, Deflation, Deflations, Die Deflation, eine Deflation, Luftablass

αποπληθωρισμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
déflation, la déflation, dégonflage, une déflation, de déflation

αποπληθωρισμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
deflazione, La deflazione, sgonfiaggio, sgonfiamento, Deflation

αποπληθωρισμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
deflação, A deflação, esvaziamento, deflation, de deflação

αποπληθωρισμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
deflatie, Deflation, De deflatie, leeglopen, Ontluchtingssymbool

αποπληθωρισμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дефляция, дефляции, дефлирование, выкачивание, выпускание

αποπληθωρισμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
deflasjon, deflasjons, deflation, innklapp, Deflasjonen

αποπληθωρισμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
deflation, Deflationen, deflations, deflatering, Defla

αποπληθωρισμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
deflaatio, deflaation, deflaatiota, deflatointi, Rengaspaineiden alenemisen

αποπληθωρισμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
deflation, deflatering, tømning, deflationen, deflation med

αποπληθωρισμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
deflace, úniku vzduchu, úniku, deflaci, podhuštění

αποπληθωρισμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
deflacyjny, deflacja, deflacji, Deflation, Deflację, Przeliczanie na ceny stałe

αποπληθωρισμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
leengedés, defláció, a defláció, deflációs, A deflációt, deflációt

αποπληθωρισμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
deflasyon, Lastik basınç kaybı, Sönme, deflasyonu

αποπληθωρισμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
газа, дефляція, газу, викачування, дефляцію

αποπληθωρισμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
deflacion, deflacioni, deflacionit, deflacionit të, Deflatimi

αποπληθωρισμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дефлация, Дефлацията, на спад, на спад в, Дефлирането

αποπληθωρισμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
дэфляцыя

αποπληθωρισμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tühjendamine, deflatsioon, Tühjendamine, deflateerimine, Deflatsiooni, Rehvi tühjenemise

αποπληθωρισμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
deflacija, ispuhavanja, Deflation, deflacije, ispuhavanja guma

αποπληθωρισμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
verðhjöðnun, að verðhjöðnun, verðhjöðnunar, fyrir verðhjöðnun, er verðhjöðnun

αποπληθωρισμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
defliacija, Defliaciją, Oro išleidimo, oro išleidimas, Išleisto oro

αποπληθωρισμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
deflācija, Deflāciju, ka deflācija

αποπληθωρισμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
дефлација, дефлацијата, на дефлација, дефлација во

αποπληθωρισμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
deflație, Deflația, dezumflării, a pierderii, Deflatia

αποπληθωρισμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
deflacija, deflacijo, deflacije, deflacija v, deflaciji

αποπληθωρισμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
deflácia, deflácie, Zníženie hodnoty, Zníženie, Deflace

Στατιστικά δημοτικότητας: αποπληθωρισμός

Τυχαίες λέξεις