Λέξη: αποπλανώ
Σχετικές λέξεις: αποπλανώ
αποπλανώ english, αποπλανώ κλιση
Συνώνυμα: αποπλανώ
δελεάζω, ξελογιάζω, πλανώ, παραπλανώ, παρασύρω, νοθεύω, πονηρεύω, σοφιστεύω, αποβάλλω την αθωότητα, αποβάλλω την απλότητα
Μεταφράσεις: αποπλανώ
αποπλανώ στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
seduce, sophisticate, mislead
αποπλανώ στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
seducir, seducir a, seducirá, de seducir, seducirla
αποπλανώ στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
verführen, zu verführen, verführt, seduce
αποπλανώ στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
abuser, séduis, dévoyer, séduisons, séduire, aguicher, appâter, détourner, séduisent, acoquiner, séduisez, affriander, tenter, séduira, séduire les, séduiront, séduit
αποπλανώ στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sedurre, sedurrà, seduce, sedurranno, di sedurre
αποπλανώ στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
seduzir, desencaminhar, sedimentar, seduzi, seduza, seduzem
αποπλανώ στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verleiden, weglokken, verlokken, te verleiden, verleid, verleidt
αποπλανώ στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
растлить, соблазнить, соблазнять, пленять, обольстить, обольщать, совращать, совратить, соблазняют
αποπλανώ στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
forføre, å forføre, forfører, forfre
αποπλανώ στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
förleda, förföra, förför, att förföra, avleda
αποπλανώ στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
houkuttaa, vietellä, houkutella, viettelee, johtavat harhaan, houkuttelee, viettelemään
αποπλανώ στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
forføre, at forføre, forfører, forfřre
αποπλανώ στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svést, svádět, zkazit, svedl, svedla, svádějí
αποπλανώ στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
uwodzić, zbałamucić, kusić, uwieść, nęcić, skusić, zachwyci
αποπλανώ στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
elcsábít, elcsábítani, elcsábítja, csábítani, csábítsák
αποπλανώ στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ayartmak, baştan, baştan çıkarmak, baştan çıkarmaya, iğfal
αποπλανώ στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
заполонювати, спокушати, зваблювати, спокусіть, спокушатиме
αποπλανώ στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
josh, të josh, gënjyer, gaboj, të gënjyer
αποπλανώ στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
съблазнявам, прелъстявам, съблазни, прелъсти, съблазниш
αποπλανώ στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
спакушаць, спакушае, соблазнять, спакушаў, спакушаў далей
αποπλανώ στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
võrgutama, võrgutada, meelitama, hukutama, seduce
αποπλανώ στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
sablazniti, sablazan, zavođenje, zavesti, zavoditi, zavodi, zavode, zavede
αποπλανώ στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
seduce, tæla, tælir, að tæla
αποπλανώ στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suvilioti, sugundyti, suvedžioti, suklaidintų, vilioti
αποπλανώ στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pavest, savaldzināt, savaldzinātu, pavedināt, novirzīšanai
αποπλανώ στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заведе, заведам, заведат, ја заведе, заведуваат
αποπλανώ στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
seduce, seducă, seduca, seduc, a seduce
αποπλανώ στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zapeljati, zapeljujejo, zapeljala, zapeljal, zapelje
αποπλανώ στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zviesť, zviest
Τυχαίες λέξεις