Марионетка στα ελληνικά
Μετάφραση: марионетка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κούκλα, νευρόσπαστο, μαριονέτα, μαριονέτας, marionette, με μαριονέτες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- марина στα ελληνικά - μαρίνα, Marina, Μαρίνας, τη μαρίνα, μαρίνα του
- мариноват στα ελληνικά - μαρινάρω, μαρινάτος, μαριναρισμένα, μαριναρισμένο, μαριναρισμένες, μαριναρισμένων
- марихуана στα ελληνικά - μαριχουάνα, μαριχουάνας, τη μαριχουάνα, η μαριχουάνα, της μαριχουάνας
- маркиз στα ελληνικά - μαρκήσιος, Marquis, μαρκήσιο, γρίλλιων, μαρκησίου
Τυχαίες λέξεις
Марионетка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κούκλα, νευρόσπαστο, μαριονέτα, μαριονέτας, marionette, με μαριονέτες
Μεταφράσεις: κούκλα, νευρόσπαστο, μαριονέτα, μαριονέτας, marionette, με μαριονέτες