Мера στα ελληνικά
Μετάφραση: мера, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρώ, μέτρο, Μερά, Mera, Μέρα, Μεράς, Η μέρα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- меню στα ελληνικά - κάρτα, μενού, το μενού, menu, του μενού, μενού του
- меня στα ελληνικά - εμένα, μου, με, ποικίλλουν, ποικίλουν, ποικίλει, ποικίλλει, ...
- меридиан στα ελληνικά - απόγειο, μεσημβρινός, μεσημβρινό, μεσημβρινού, μεσημβρινών, του μεσημβρινού
- меркурий στα ελληνικά - υδράργυρος, Ερμής, Mercury, Ο υδράργυρος, Ερμή
Τυχαίες λέξεις
Мера στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρώ, μέτρο, Μερά, Mera, Μέρα, Μεράς, Η μέρα
Μεταφράσεις: μετρώ, μέτρο, Μερά, Mera, Μέρα, Μεράς, Η μέρα