Мина στα ελληνικά

Μετάφραση: мина, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταλλείο, νάρκη, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου
Мина στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • мимоза στα ελληνικά - μιμόζα, Mimosa, μιμόζας, τη μιμόζα, μιμόζες
  • мин στα ελληνικά - min, λεπτά, λεπτό, λεπτών, λεπ
  • минерал στα ελληνικά - μετάλλευμα, ορυκτό, ορυκτών, μεταλλικό, ορυκτά, ανόργανα
  • минералогия στα ελληνικά - ορυκτολογία, Ορυκτολογίας, την ορυκτολογία, η ορυκτολογία, στην ορυκτολογία
Τυχαίες λέξεις
Мина στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταλλείο, νάρκη, ορυχείο, ορυχείου, των ναρκών, η δική μου