Отброят στα ελληνικά
Μετάφραση: отброят, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σπατάλη, απόβλητα, σπαταλώ, λύμα, αντίστροφη μέτρηση, μετρήσει αντίστροφα, μετρά αντίστροφα, μέτρηση του, αντίστροφη μέτρηση του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- осъждат στα ελληνικά - καταδικάζω, καταδικάζουμε, καταδικάζουν, καταδικάσουν, καταδικάσουμε
- отбор στα ελληνικά - επιλογή, ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
- отварям στα ελληνικά - εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοιχτός, ανοίγω, ανοιχτό, ανοικτή, ανοικτό
- отверстие στα ελληνικά - διέξοδος, τρύπα, πόρος, στόμιο, τρήμα, οπή, άνοιγμα, ...
Τυχαίες λέξεις
Отброят στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σπατάλη, απόβλητα, σπαταλώ, λύμα, αντίστροφη μέτρηση, μετρήσει αντίστροφα, μετρά αντίστροφα, μέτρηση του, αντίστροφη μέτρηση του
Μεταφράσεις: σπατάλη, απόβλητα, σπαταλώ, λύμα, αντίστροφη μέτρηση, μετρήσει αντίστροφα, μετρά αντίστροφα, μέτρηση του, αντίστροφη μέτρηση του