Αυτοπεποίθηση στα αγγλικά

Μετάφραση: αυτοπεποίθηση, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
self-confidence, confidence, confident, confidently
Αυτοπεποίθηση στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: αυτοπεποίθηση

confidence
  • εμπιστοσύνη
  • αυτοπεποίθηση
  • εκμυστήρευση
  • εχεμύθεια
  • σιγουριά
self-reliance
  • αυτοδυναμία
  • αυτοπεποίθηση
self-assertion
  • αυτοπροβολή
  • αυθαιρεσία
  • αυτοπεποίθηση
self-assurance
  • αυτοπεποίθηση
self-confidence
  • αυτοπεποίθηση

Σχετικές λέξεις: αυτοπεποίθηση

αυτοπεποίθηση ορισμός, αυτοπεποίθηση στα παιδιά, αυτοπεποίθηση η τέχνη ν’ αποκτάς αυτά που θέλεις, αυτοπεποίθηση αποφθέγματα, αυτοπεποίθηση τεστ, αυτοπεποίθηση λεξικό γλώσσας αγγλικά, αυτοπεποίθηση στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • αυτοματοποιώ στα αγγλικά - automate, automates, It automates, automating, is automated
  • αυτονομία στα αγγλικά - autonomy, independence, autonomy of, autonomous, range
  • αυτοσχεδιάζω στα αγγλικά - improvise, vamp, extemporize, I improvise
  • αυτούς στα αγγλικά - them, these, those, such, of these
Τυχαίες λέξεις
Αυτοπεποίθηση στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: self-confidence, confidence, confident, confidently