Пение στα ελληνικά

Μετάφραση: пение, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραγουδώ, τραγούδι, το τραγούδι, τραγουδιού, τραγουδώντας, τραγούδια
Пение στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • пекарня στα ελληνικά - αρτοποιείο, φούρνος, αρτοποιίας, φούρνο, Bakery
  • пена στα ελληνικά - αφρίζω, Pena, Πένα
  • пенис στα ελληνικά - μέλος, στέλεχος, πέος, πέους, το πέος, του πέους, πεών
  • пенсионер στα ελληνικά - συνταξιούχος, συνταξιούχου, συνταξιούχο, συντάξεως, συνταξιούχων
Τυχαίες λέξεις
Пение στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραγουδώ, τραγούδι, το τραγούδι, τραγουδιού, τραγουδώντας, τραγούδια