Λέξη: διπλός
Σχετικές λέξεις: διπλός
διπλός τονισμός, διπλός εκλογικός σεισμός, διπλός γλυκός καημός στιχοι, διπλός πέλεκυς συμβολισμος, διπλός κόμπος γραβάτας, διπλός γλυκός καημός, διπλός τόνος γραμματική, διπλός πέλεκυς, διπλός τόνος, διπλός τόνος στο word
Συνώνυμα: διπλός
διπλάσιος
Μεταφράσεις: διπλός
διπλός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
double, dual, geminate, duplex, twofold, a double
διπλός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reduplicar, duplicar, doble, de doble, dos, matrimonio, dobles
διπλός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
doppelt, zwiefach, zweifach, double, wiederholen, paarig, verdoppeln, doppelgänger, krümmen, Doppel, doppelte
διπλός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cascadeur, arrondir, binaire, redoubler, dualiste, redoublé, doubler, géminé, doublez, sosie, double, doublons, doublent, deux, à double, doubles
διπλός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
doppio, sosia, duplicare, doppione, duplice, doppia, matrimoniale, letto, fare doppio
διπλός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ponto, pontilhar, duplo, dúplice, dobro, dupla, casal, de casal
διπλός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
duplex, tweeledig, tweevoudig, dubbel, duplicaat, dubbele, een dubbele, voor een dubbele, tweepersoons
διπλός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
центнер, дублет, дубль, возрастать, вдвойне, двойник, огибать, удвоить, двоякий, сдвоить, двойственный, сдвоенный, дублер, двусторонний, двойной, сдваивать, дважды, двуспальная, двойное, двойная
διπλός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
dobbel, dobbelt, dobbeltrom, doble
διπλός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
fördubbla, dubbel, tvåfaldig, dubbla, dubbelsäng, dubbelt
διπλός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
duaali, tupla, kaksinkertainen, kahden hengen, hengen, kaksinkertaisen, double
διπλός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
dobbelt, dobbeltseng, dobbelte, med dobbeltseng, dobbeltklikke
διπλός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kaskadér, zdvojit, dvojník, dvojnásobek, obeplout, podvojný, dualistický, dvojný, dvojnásobný, zdvojený, opakovat, dvojitý, zdvojnásobit, dvojí, čtyřhra, dabovat, poklepejte, dvoulůžkový, manželská, double
διπλός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podwoić, podwój, parzysty, rekontrować, powiększać, zdwajać, dublowanie, kontrować, dwoisty, podwajać, dublować, dwójnasób, dubler, podwajanie, podwójny, kontrafałda, podwójnie, dwukrotnie, podwójne, podwójna
διπλός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
duplikátum, kétszeresen, iker, kétszeres, kettesben, dupla, kettős, kétágyas, kétszemélyes, duplán
διπλός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
çift, çift kişilik, double, çifte, ikili
διπλός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
подвоїти, подвійний, двійчастий, дупель, подвоювати, двоїстий, петля, подвійної, подвійною, подвійного, подвійне
διπλός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dyfish, i dyfishtë, dyshe, dopio, dyfishtë
διπλός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
двойния, двойно, двоен, двойна, двойни, двойното
διπλός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
двайны, падвойны, падвойнай
διπλός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kahekordne, duaalne, topelt, kahekordse, kahekordset, double
διπλός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
dvostruk, dupli, dvostruko, dvojina, dual, duplikat, dvostruki, dvostruka, double, bračni
διπλός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
tvöfalda, tvöfaldur, Double, tvöfalt, tveggja manna
διπλός στα λατινικά
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
geminus, duplex
διπλός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
dvigubas, dvigubai, dukart, dvigubo, du kartus
διπλός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dubults, divkāršs, dubultā, veiciet dubultklikšķi, double
διπλός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
двојно, двоен, двојното, двојна, двојни
διπλός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
dubla, dublu, dublă, Cameră cu două paturi, double
διπλός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dvojí, dvoposteljna, dvojna, double, dvojno, dvojni
διπλός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dvojitý, dvojí, dvojité, fleece, dvojitá, dvojitým
Στατιστικά δημοτικότητας: διπλός
Τυχαίες λέξεις