Празник στα ελληνικά

Μετάφραση: празник, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φιέστα, αργία, γιορτή, διακοπές, διακοπών, τις διακοπές
Празник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • правоъгълник στα ελληνικά - ορθογώνιο, ορθογώνιο παραλληλόγραμμο, ορθογωνίου, παραλληλόγραμμο, τετράγωνο
  • праз στα ελληνικά - πράσο, πράσα, τα πράσα, πράσων, πράσα που
  • практика στα ελληνικά - πρακτική, άσκηση, πράξη, πρακτικής, πρακτικών, πρακτικές
  • практически στα ελληνικά - σχεδόν, πρακτικός, πρακτική, πρακτικές, πρακτικό, πρακτικά
Τυχαίες λέξεις
Празник στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φιέστα, αργία, γιορτή, διακοπές, διακοπών, τις διακοπές