Слаб στα ελληνικά

Μετάφραση: слаб, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αδύναμος, ανίσχυρος, αδύνατος, αδύναμη, αδύναμο, ασθενής
Слаб στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • скучния στα ελληνικά - ανιαρός, πληκτικός, βαρετό, βαρετή, βαρετά, τρυπώντας, βαρετές
  • скъп στα ελληνικά - ακριβός, ακριβό, ακριβά, δαπανηρή, ακριβό σχετικά
  • слаба στα ελληνικά - ανίσχυρος, αδύναμος, αδύνατος, αδύναμη, αδύναμο, ασθενής
  • слава στα ελληνικά - μεγαλείο, δόξα, δόξας, τη δόξα, δόξαν
Τυχαίες λέξεις
Слаб στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αδύναμος, ανίσχυρος, αδύνατος, αδύναμη, αδύναμο, ασθενής