Снимка στα ελληνικά

Μετάφραση: снимка, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φωτογραφία, εικόνα, φωτογραφίζω, έκθεση, εικόνας, την εικόνα, εικόνων
Снимка στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • снаряжение στα ελληνικά - ξάρτια, εξοπλίζω, στήνω, εξοπλισμός, στολή, ντύσιμο, εξάρτηση, ...
  • снизи στα ελληνικά - snizi
  • снова στα ελληνικά - πάλι, ξανά, διακλάδωση, παροχέτευσης, shunt, αναστόμωσης, παραλληλισμό
  • сноп στα ελληνικά - δεμάτι, δέσμη, δέσμην φύλλων, sheaf, χειρόβολο
Τυχαίες λέξεις
Снимка στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φωτογραφία, εικόνα, φωτογραφίζω, έκθεση, εικόνας, την εικόνα, εικόνων