Съхранят στα ελληνικά

Μετάφραση: съхранят, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατηρώ, συντηρώ, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, διατηρήσουν, διατηρούν
Съхранят στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • сътрудничество στα ελληνικά - συνεργασία, συνεργασίας, τη συνεργασία, της συνεργασίας, η συνεργασία
  • съхранение στα ελληνικά - αποθήκευση, αποθήκευσης, την αποθήκευση, αποθεματοποίησης, αποθεματοποίηση
  • съществование στα ελληνικά - ύπαρξη, Η ύπαρξη, υπάρξεως, Ύπαρξης, Υπαρξη
  • съюз στα ελληνικά - συνασπισμός, συμμαχία, ένωση, Ένωσης, της Ένωσης, ΕΕ, ενώσεως
Τυχαίες λέξεις
Съхранят στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατηρώ, συντηρώ, διατήρηση, τη διατήρηση, διαφύλαξη, διατηρήσουν, διατηρούν