У στα ελληνικά
Μετάφραση: у, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σε, στο, στην, στη, στον
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- тяга στα ελληνικά - έλξη, έλξης, πρόσφυση, έλξεως, πρόσφυσης
- тяло στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
- убеждение στα ελληνικά - πειθώ, καταδίκη, πεποίθηση, πεποίθησή, καταδίκης, την πεποίθησή
- убежище στα ελληνικά - κρησφύγετο, άσυλο, καταφεύγω, προστατεύω, καταφύγιο, ασυλία, ασύλου, ...
Τυχαίες λέξεις
У στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σε, στο, στην, στη, στον
Μεταφράσεις: σε, στο, στην, στη, στον