Фенер στα ελληνικά
Μετάφραση: фенер, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φανός, φαναράκι, φανάρι, φανού, φαναριού, φανό
Μεταφράσεις
- феминизъм στα ελληνικά - φεμινισμός, φεμινισμού, φεμινισμό, ο φεμινισμός, το φεμινισμό
- феминист στα ελληνικά - φεμινιστής, φεμινιστική, φεμινιστικό, φεμινιστικές, φεμινιστικής
- фенол στα ελληνικά - φαινόλη, φαινόλης, με φαινόλη, της φαινόλης
- феодализъм στα ελληνικά - φεουδαρχία, φεουδαρχίας, τη φεουδαρχία, φεουδαλισμού, την φεουδαρχία
Τυχαίες λέξεις
Фенер στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φανός, φαναράκι, φανάρι, φανού, φαναριού, φανό
Μεταφράσεις: φανός, φαναράκι, φανάρι, φανού, φαναριού, φανό