Часовник στα ελληνικά

Μετάφραση: часовник, Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
βουλγαρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε
Часовник στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • чародей στα ελληνικά - γόης, μάγος, γητευτής, μάγο, enchanter
  • час στα ελληνικά - ώρα, χρόνος, φορά, χρόνο, χρόνου
  • часовой στα ελληνικά - φρουρός, σκοπός, Sentry, φρουρό, φρουρού
  • частица στα ελληνικά - κύτταρο, μόριο, άτομο, σωμάτιο, σωματίδιο, σωματιδίων, σωματιδίου, ...
Τυχαίες λέξεις
Часовник στα ελληνικά - Λεξικό: βουλγαρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρολόι, παρακολουθώ, παρακολουθήσετε, παρακολουθήσουν, να παρακολουθήσετε