Échappée στα ελληνικά
Μετάφραση: échappée, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτήση, δραπετεύω, ορίζοντας, φυγή, ξεφεύγω, αποσχισθείσα, αποσχισθείσες, αποσχισθείσας, αποσχισθεισών, που αποσχίστηκαν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aggravez στα ελληνικά - επιδεινώνω, επιδεινώνουν, επιδεινώσει, να επιδεινώσει, επιδεινώσουν, επιδεινώνει
- ballerine στα ελληνικά - μπαλλαρίνα, μπαλαρίνα, μπαλαρίνας, ballerina, χορεύτρια
- caponner στα ελληνικά - τσιμπώ, κλέβω, βουτώ
- caquetant στα ελληνικά - cackling
Τυχαίες λέξεις
Échappée στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτήση, δραπετεύω, ορίζοντας, φυγή, ξεφεύγω, αποσχισθείσα, αποσχισθείσες, αποσχισθείσας, αποσχισθεισών, που αποσχίστηκαν
Μεταφράσεις: πτήση, δραπετεύω, ορίζοντας, φυγή, ξεφεύγω, αποσχισθείσα, αποσχισθείσες, αποσχισθείσας, αποσχισθεισών, που αποσχίστηκαν