Évidence στα ελληνικά

Μετάφραση: évidence, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μαρτυρία, αποδείξεις, απόδειξη, στοιχεία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία
Évidence στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bigame στα ελληνικά - δίγαμος
  • camionneur στα ελληνικά - φορτηγατζής, οδηγός φορτηγού, οδηγού φορτηγού, οδηγός του φορτηγού, οδηγό φορτηγού
  • chauve-souris στα ελληνικά - ρόπαλο, νυχτερίδα, ΒΔΤ, ρόπαλο του, νυχτερίδας
Τυχαίες λέξεις
Évidence στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μαρτυρία, αποδείξεις, απόδειξη, στοιχεία, αποδεικτικό στοιχείο, αποδεικτικά στοιχεία