Aération στα ελληνικά
Μετάφραση: aération, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αερισμός, εξαερισμός, αερισμού, αερισμό, ο αερισμός
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aérant στα ελληνικά - αερισμός, αερισμό, αερισμού, τον αερισμό, ο καλός αερισμός
- aérateur στα ελληνικά - ανεμιστήρας, βεντάλια, οπαδός, αεριστής, aerator, αεριστή, εξαεριστής, ...
- aérer στα ελληνικά - ατμόσφαιρα, αερίζω, αέρας, εξαερίζω, αερισμό, τον αερισμό, αερίστε
- aérien στα ελληνικά - ευάερος, αερομεταφερόμενος, ατμόσφαιρα, αέρας, κεραία, αέρα, του αέρα, ...
Τυχαίες λέξεις
Aération στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αερισμός, εξαερισμός, αερισμού, αερισμό, ο αερισμός
Μεταφράσεις: αερισμός, εξαερισμός, αερισμού, αερισμό, ο αερισμός