Abréger στα ελληνικά
Μετάφραση: abréger, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μικραίνω, περικόπτω, κοντός, κονταίνω, συντομεύω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- abrégeant στα ελληνικά - abridging
- abrégement στα ελληνικά - επιτομή, συντόμευση, περικοπή, απλουστεύσεως, απλουστεύσεως που
- abrégez στα ελληνικά - συντομεύω, συγκόπτω, βραχύνω, συντέμνω, συντομεύσει
Τυχαίες λέξεις
Abréger στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μικραίνω, περικόπτω, κοντός, κονταίνω, συντομεύω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί
Μεταφράσεις: μικραίνω, περικόπτω, κοντός, κονταίνω, συντομεύω, συντομεύσει, να συντομεύσει, μειώσει, συντόμευση, μειωθεί