Accessible στα ελληνικά
Μετάφραση: accessible, Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
γαλλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, διαθέσιμος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, προσβάσιμη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acceptés στα ελληνικά - Αποδεκτές, Δεκτές, αποδεκτή, Αποδεκτό, τις αποδεκτές
- accessibilité στα ελληνικά - προσιτότητα, προσβασιμότητα, προσβασιμότητας, δυνατότητα πρόσβασης, την προσβασιμότητα
- accession στα ελληνικά - καταχώρηση, συγκατανεύω, λήμμα, είσοδος, προσχώρηση, απόκτημα, άνοδος, ...
- accessoire στα ελληνικά - επικουρικός, ασήμαντος, υποβοηθητικός, συν, πριμ, τυχαίος, θυγατρική, ...
Τυχαίες λέξεις
Accessible στα ελληνικά - Λεξικό: γαλλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, διαθέσιμος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, προσβάσιμη
Μεταφράσεις: ευπροσήγορος, ευπρόσιτος, διαθέσιμος, προσηνής, προσιτός, προσπελάσιμος, προσβάσιμο, προσβάσιμα, προσβάσιμη